(Διάλογος Μώκι – Δημήτρη) «Σ' ενδιαφέρουν τα σκαθάρια;» «Και τα σκαθάρια και τα μυρμήγκια και οι μέλισσες και οι σφήκες. Κυρίως όμως μ' ενδιαφέρουν τα δημιουργήματά τους. Θαυμάζω την τέχνη τους, την ικανότητά τους να πετυχαίνουν την απόλυτη αρμονία, τη σοφία τους». «Τη σοφία τους; Πιστεύεις πως τα έντομα είναι σοφά;» ρώτησε δύσπιστα ο Μώκι; «Έχεις δει ποτέ σφηκοφωλιά; Έχω μια στην πανσιόν. Θα σου τη δείξω. Ολόκληρο το πάτωμά της είναι στρωμένο με ίσα κανονικά εξάγωνα, φτιαγμένα από μασημένο ξύλο». «Ε και λοιπόν;» «Αυτός είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος να χωρίσει κανείς το επίπεδο σε ίσα κανονικά διαμερίσματα χωρίς κενά, ξοδεύοντας το λιγότερο δυνατό υλικό και δημιουργώντας όσο το δυνατόν περισσότερα διαμερίσματα. Εμένα μου πήρε μερικούς μήνες να το καταλάβω. Οι σφήκες και οι μέλισσες μοιάζουν να το γνωρίζουν από γεννησιμιού τους». Ο Μώκι έδειξε να εντυπωσιάζεται. «Να χωρίσεις το επίπεδο χωρίς κενά ε; Έχω κάνει κι εγώ μερικά πειράματα. Βέβαια εμένα μ' ενδιαφέρει περισσότερο το αισθητικό παρά το λειτουργικό μέρος. Έχω μερικά δείγματα στο δωμάτιό μου. Κάποια μέρα θα σου τα δείξω». «Τώρα εδώ τι ζωγράφιζες;» «Τα σκαθάρια. Μου έκανε φοβερή εντύπωση η κοινή τους προσπάθεια, ο συντονισμός στις κινήσεις τους, η αλληλεγγύη τους». Του έτεινε το μπλοκ, «Πώς σου φαίνεται;» Ο Δημήτρης θαύμασε το σκίτσο με τα δυο σκαθάρια. Ύστερα κοίταξε τον Μώκι ερωτηματικά, σαν να του ζητούσε την άδεια να ξεφυλλίσει και το υπόλοιπο μπλοκ. «Ναι, βέβαια, ελεύθερα», απάντησε αυτός στη σιωπηρή ερώτηση του Δημήτρη. Είναι τα σκίτσα που έκανα εδώ, στη Σιένα. Να, αυτό είναι σχεδιασμένο απ' το φεγγίτη του δωματίου σου», πρόσθεσε δείχνοντάς του ένα σκίτσο με στέγες και καμινάδες». Ο Δημήτρης αναγνώρισε αμέσως τη θέα που έβλεπε από το δωμάτιό του κάθε μέρα, αν και κάτι στα μεγέθη και τη διάταξη των κτηρίων τον παραξένεψε. Κοίταξε τον Μώκι με απορία. «Παίζω λίγο με την προοπτική», ομολόγησε χαμογελώντας ο Μώκι. Είναι εντυπωσιακό το πώς με δυο λανθασμένες γραμμές μπορείς να δημιουργήσεις μια τέλεια οπτική απάτη. Κοίτα». Διάλεξε μια λευκή σελίδα από το μπλοκ του και χάραξε γρήγορα μερικές γραμμές. «Να ένας καταρράχτης», είπε. Χάραξε μερικές γραμμές ακόμα. «Να και το ρυάκι που τροφοδοτεί τον καταρράκτη, ενώ ταυτόχρονα... πηγάζει από αυτόν», είπε γελώντας. Έκπληκτος ο Δημήτρης έσκυψε πάνω από το σκίτσο: ο καταρράκτης χυνόταν μέσα σε μια λίμνη. Από τη λίμνη ξεκινούσε ένα ρυάκι που ακολουθούσε μια περίεργη διαδρομή ζιγκ-ζαγκ προς τα πίσω και κατέληγε στην κορυφή του καταρράκτη. «Αυτό δεν το είχα σκεφτεί ποτέ», ομολόγησε. Έχω κάνει πολλά πειράματα με πρότυπα, κανονικότητες και ειρμούς που μπορεί να δημιουργήσει κανείς στο χώρο ακολουθώντας κάποιους κανόνες. Δεν φαντάστηκα όμως ότι αποτυπώνοντας το χώρο στο επίπεδο μπορείς να ξεγελάσεις τόσο πολύ το μάτι!» «Όταν λες "κανόνες" τι εννοείς;» ρώτησε ο Μωκι. Ήταν η σειρά του Δημήτρη να ανοίξει το δερματόδετο σημειωματάριό του. Έδειξε στον Μώκι πρώτα τη σελίδα με τα ίχνη από τα βήματα στην άμμο.»Το ίδιο σχήμα αναπαράγεται σε ευθεία γραμμή με αντιστροφές, πλήρεις ή μερικές περιστροφές και συμμετρίες. Μπορεί κανείς να δημιουργήσει αναρίθμητες διαφορετικές εικόνες, οι κανόνες παραγωγής όμως είναι όλοι κι όλοι εφτά. Τουλάχιστον εγώ μόνο τόσους βρήκα». Εντυπωσιασμένος ο Μώκι έσκυψε πάνω από το σημειωματάριο του Δημήτρη.
Μιχαηλίδης, Τ. (2012). Ο Μέτοικος και η Συμμετρία. Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις. σελ. 109-111
|